Aktyw στα ελληνικά

Μετάφραση: aktyw, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακμαίος, δραστήριος, ενεργός, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών
Aktyw στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktyniczny στα ελληνικά - ακτινική, ακτινικής, ακτινικές, ακτινικών, ακτινικό
  • aktynowiec στα ελληνικά - ακτινιδών, ακτινίδιο, ακτινιδίου, ακτινίδες, των ακτινιδών
  • aktywa στα ελληνικά - περιουσιακών στοιχείων, ενεργητικού, περιουσιακά στοιχεία, τα περιουσιακά στοιχεία, ενεργητικό
  • aktywacja στα ελληνικά - ενεργοποίηση, δραστηριοποίηση, ενεργοποίησης, την ενεργοποίηση, ενεργοποιήσεως
Τυχαίες λέξεις
Aktyw στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακμαίος, δραστήριος, ενεργός, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών