Bronić στα ελληνικά

Μετάφραση: bronić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγορεύω, αποταμιεύω, αμύνομαι, δικαιώνω, κατοχυρώνω, θάλαμος, υπερασπίζομαι, υπεράσπιση, διεκδικώ, αποκρούω, διασώζω, προστατεύω, δικαιολογώ, υπερασπίζω, εκτός, υποστηρίζω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, υπερασπιστούμε, την υπεράσπιση
Bronić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brona στα ελληνικά - σβάρνα, Harrow, σβάρνας, επιπεδωτήρα, επιπεδωτήρας
  • bronchit στα ελληνικά - βρογχίτιδα, βρογχίτιδας, της βρογχίτιδας, βρογχίτιδος, τη βρογχίτιδα
  • bronować στα ελληνικά - σβάρνα, σέρνω, Harrow, σβάρνας, επιπεδωτήρα, επιπεδωτήρας
  • brosz στα ελληνικά - καρφίτσες, πόρπες, Brooches
Τυχαίες λέξεις
Bronić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγορεύω, αποταμιεύω, αμύνομαι, δικαιώνω, κατοχυρώνω, θάλαμος, υπερασπίζομαι, υπεράσπιση, διεκδικώ, αποκρούω, διασώζω, προστατεύω, δικαιολογώ, υπερασπίζω, εκτός, υποστηρίζω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, υπερασπιστούμε, την υπεράσπιση