Cyrkulacja στα ελληνικά
Μετάφραση: cyrkulacja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυκλοφορία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cyrkon στα ελληνικά - ζιρκόνιο, ζιρκονίου, του ζιρκονίου, το ζιρκόνιο
- cyrkowiec στα ελληνικά - τσίρκο, ακροβάτης, Acrobat, ακροβάτη, το Acrobat, ακροβατών
- cyrkulator στα ελληνικά - κυκλοφορητή, κυκλοφορητής, του κυκλοφορητή, κυκλοφοριτή, κυκλοφορητήρα
- cyrkulować στα ελληνικά - κυκλοφορεί, κυκλοφορούν, κυκλοφορία, κυκλοφορήσει, να κυκλοφορούν
Τυχαίες λέξεις
Cyrkulacja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυκλοφορία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του
Μεταφράσεις: κυκλοφορία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του