Mięsiwo στα ελληνικά
Μετάφραση: mięsiwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρέας, σάρκα, κρέατος, κρεάτων, το κρέας, κρέατα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dolnoprzepustowy στα ελληνικά - χαμηλής διέλευσης, lowpass, χαμηλής διάβασης, χαμηλής διόδου, βαθυπερατό
- drobnostka στα ελληνικά - πραγματάκι, τίποτα, σαχλαμάρα, μικροπράγμα, μικροπράγματος, το μικροπράγμα, παίζω
- futrzarstwo στα ελληνικά - γουναρική
- gąsiorek στα ελληνικά - νταμιτζάνα, νταμιτζάνα των, μια νταμιτζάνα, καρβοξέος, μια νταμιτζάνα των
Τυχαίες λέξεις
Mięsiwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρέας, σάρκα, κρέατος, κρεάτων, το κρέας, κρέατα
Μεταφράσεις: κρέας, σάρκα, κρέατος, κρεάτων, το κρέας, κρέατα