Odkarmić στα ελληνικά

Μετάφραση: odkarmić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιτίζω, τροφοδοτώ, ταΐζω
Odkarmić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • analfabeta στα ελληνικά - αναλφάβητος, αγράμματος, αναλφάβητοι, αναλφάβητους, αναλφάβητο
  • deskowanie στα ελληνικά - σανίδωμα, επιβίβαση, επιβίβασης, την επιβίβαση, κράτηση, κράτησης
  • deszczoodporny στα ελληνικά - αδιάβροχο, αδιάβροχη
  • hipsometria στα ελληνικά - υψομετρία
Τυχαίες λέξεις
Odkarmić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιτίζω, τροφοδοτώ, ταΐζω