Odnajdywać στα ελληνικά

Μετάφραση: odnajdywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεύρεση, βρίσκω, εύρημα
Odnajdywać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dokuczliwość στα ελληνικά - ενόχληση, μπελάς, ενόχλησης, όχλησης, όχληση, την ενόχληση
  • dokładność στα ελληνικά - ακριβολογία, ακρίβεια, πιστότητα, ακρίβειας, την ακρίβεια, ορθότητα, ακριβεια
  • epistolarny στα ελληνικά - επιστολικός, επιστολικού, epistolary, επιστολική, επιστολιμαίας
  • finezyjnie στα ελληνικά - απαλά, ευγενικά, λεπτότητα, απαλό, με λεπτότητα
Τυχαίες λέξεις
Odnajdywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεύρεση, βρίσκω, εύρημα