Penitencjarny στα ελληνικά
Μετάφραση: penitencjarny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποινικός, αναμορφωτήριο, σωφρονιστήριο, του σωφρονιστικού, σωφρονιστικών υπαλλήλων, σωφρονιστικού συστήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bitwa στα ελληνικά - μάχομαι, αρραβώνες, μάχη, καταπολεμώ, αγώνας, μάχης, αγώνα, ...
- bluźnić στα ελληνικά - αποκλεισμός, αποκλείω, απαγόρευση, απαγορεύω, βλασφημώ, βλαφημήση, βλασφημήσεις, ...
- brudny στα ελληνικά - άσεμνος, απεριποίητος, αισχρός, βρόμικος, βρώμικος, απαίσιος, ατημέλητος, ...
- interakcyjnie στα ελληνικά - διαδραστικά, αλληλεπιδραστικά, αλληλεπίδραση, διαδραστικό, με αλληλεπίδραση
Τυχαίες λέξεις
Penitencjarny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποινικός, αναμορφωτήριο, σωφρονιστήριο, του σωφρονιστικού, σωφρονιστικών υπαλλήλων, σωφρονιστικού συστήματος
Μεταφράσεις: ποινικός, αναμορφωτήριο, σωφρονιστήριο, του σωφρονιστικού, σωφρονιστικών υπαλλήλων, σωφρονιστικού συστήματος