Popuścić στα ελληνικά

Μετάφραση: popuścić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνεση, καταπραΰνω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση
Popuścić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • batog στα ελληνικά - κορδόνι, νικώ, μαστίζω, μαστιγώνω, μαστίγιο, βλεφαρίδων, των βλεφαρίδων, ...
  • ciamajda στα ελληνικά - αδέξιος, είναι αδέξιος, αν και αδέξιος, κοπροσκυλιάζω, άκομψη στάση
  • dezintegracja στα ελληνικά - αποσύνθεση, διάλυση, διάσπαση, αποσύνθεσης, διάσπασης
Τυχαίες λέξεις
Popuścić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνεση, καταπραΰνω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση