Przepychać στα ελληνικά
Μετάφραση: przepychać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκουντώ, διαταράσσω, σπρώχνω, σκαρφαλώνω, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezwonny στα ελληνικά - άοσμος, άοσμο, άοσμη, άοσμα, άοσμοι
- glutamina στα ελληνικά - γλουταμίνη, γλουταμίνης, η γλουταμίνη, της γλουταμίνης
- granatowiec στα ελληνικά - ρόδι, ροδιού, το ρόδι, ροδιών, του ροδιού
- ichtiologia στα ελληνικά - ιχθυολογία, Ιχθυολογίας, η ιχθυολογία, Γεωπονίας Ιχθυολογίας, ιχθυοκομίας
Τυχαίες λέξεις
Przepychać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκουντώ, διαταράσσω, σπρώχνω, σκαρφαλώνω, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Μεταφράσεις: σκουντώ, διαταράσσω, σπρώχνω, σκαρφαλώνω, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης