Przytępiony στα ελληνικά

Μετάφραση: przytępiony, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμβλύς, απότομος, μονοκόμματος, αμυδρός, σκοτεινός, αμυδρό, dim, ισχνές
Przytępiony στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atrybucja στα ελληνικά - κατανομή, απόδοση, απόδοσης, ανάθεση, καταλογισμό
  • chwała στα ελληνικά - μεγαλείο, έπαινος, δόξα, εκθειάζω, δόξας, τη δόξα, δόξαν
  • dezorientacja στα ελληνικά - σύγχυση, παραζάλη, κυκεώνας, συγχύσεως, σύγχυσης, η σύγχυση, τη σύγχυση
  • dojazd στα ελληνικά - προσεγγίζω, πρόσβαση, πλησιάζω, προσέγγιση, προσπέλαση, μέθοδος, πρόσβασης, ...
Τυχαίες λέξεις
Przytępiony στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμβλύς, απότομος, μονοκόμματος, αμυδρός, σκοτεινός, αμυδρό, dim, ισχνές