Rozszerzalność στα ελληνικά
Μετάφραση: rozszerzalność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάπλωση, διαστολή, επεκτασιμότητα, expansibility
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bibliofil στα ελληνικά - βιβλιόφιλος, βιβλιόφιλου, βιβλιόφιλο, βιβλιοφιλική, ενός βιβλιόφιλου
- bębnica στα ελληνικά - φούσκωμα, μετεωρισμός, μετεωρισμό, τυμπανισμός, τυμπανισμό
- dociekliwy στα ελληνικά - φιλοπερίεργος, αδιάκριτος, περίεργος, ερευνητικός, ερευνητικό, ερευνητική, ερευνητικά, ...
- geomorfologia στα ελληνικά - γεωμορφολογία, γεωμορφολογίας, η γεωμορφολογία, της γεωμορφολογίας, τη γεωμορφολογία
Τυχαίες λέξεις
Rozszerzalność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάπλωση, διαστολή, επεκτασιμότητα, expansibility
Μεταφράσεις: εξάπλωση, διαστολή, επεκτασιμότητα, expansibility