Ton στα ελληνικά
Μετάφραση: ton, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τόνος, μελωδία, κουρδίζω, ατμόσφαιρα, τόνο, ήχο, τόνου, ύφος
Μεταφράσεις
- arcydzieło στα ελληνικά - αριστούργημα, το αριστούργημα, αριστούργημα του, αριστούργημά, αριστουργήματος
- celowanie στα ελληνικά - σκοπός, στόχος, στόχο, σκοπό, στόχου
- geomorfologia στα ελληνικά - γεωμορφολογία, γεωμορφολογίας, η γεωμορφολογία, της γεωμορφολογίας, τη γεωμορφολογία
- hagiografia στα ελληνικά - αγιογραφία, αγιογραφίας, Αγιογραφίες, αγιογράφηση, Η αγιογραφία
Τυχαίες λέξεις
Ton στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τόνος, μελωδία, κουρδίζω, ατμόσφαιρα, τόνο, ήχο, τόνου, ύφος
Μεταφράσεις: τόνος, μελωδία, κουρδίζω, ατμόσφαιρα, τόνο, ήχο, τόνου, ύφος