Ustawiać στα ελληνικά
Μετάφραση: ustawiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθορισμένος, προσδιορίζω, ευθυγραμμίζω, συγκεντρώνω, τοποθετώ, διάταξη, τακτοποιώ, φυτεύω, αντιπαραθέτω, εργοστάσιο, συντονίζω, επιστρατεύω, αποφασίζω, κανονίζω, στρατάρχης, υπολογίζω, θέση, μέρος, τόπος, τόπο, χώρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bestializm στα ελληνικά - κτηνωδία, κτηνοβασία, την κτηνοβασία, κτηνώδη, κτηνωδίας
- bezapelacyjny στα ελληνικά - επιβλητικός, έγκυρος, αυταρχικός, επιτακτικός, ανένδοτος, προστακτικός, αυθαίρετος
- dostęp στα ελληνικά - ένταξη, απόκτημα, προσπέλαση, προσχώρηση, είσοδος, ομολογία, πρόσβαση, ...
- inwentaryzator στα ελληνικά - ταξινομών, καταλέγων, καταλογογράφο
Τυχαίες λέξεις
Ustawiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθορισμένος, προσδιορίζω, ευθυγραμμίζω, συγκεντρώνω, τοποθετώ, διάταξη, τακτοποιώ, φυτεύω, αντιπαραθέτω, εργοστάσιο, συντονίζω, επιστρατεύω, αποφασίζω, κανονίζω, στρατάρχης, υπολογίζω, θέση, μέρος, τόπος, τόπο, χώρα
Μεταφράσεις: καθορισμένος, προσδιορίζω, ευθυγραμμίζω, συγκεντρώνω, τοποθετώ, διάταξη, τακτοποιώ, φυτεύω, αντιπαραθέτω, εργοστάσιο, συντονίζω, επιστρατεύω, αποφασίζω, κανονίζω, στρατάρχης, υπολογίζω, θέση, μέρος, τόπος, τόπο, χώρα