Wybiórczy στα ελληνικά

Μετάφραση: wybiórczy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιλεκτικός, εκλεκτικός, επιλεκτική, επιλεκτικής, επιλεκτικό, εκλεκτική
Wybiórczy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezeceństwo στα ελληνικά - κακία, πονηρία, την κακία, κακίας, την πονηρία
  • epidemiologia στα ελληνικά - επιδημιολογία, επιδημιολογίας, την επιδημιολογία, της επιδημιολογίας, η επιδημιολογία
  • hańbienie στα ελληνικά - δυσμένεια, ατιμία, ντροπή, dishonor, την ατίμωση, ατιμίαν
  • hydrogeologia στα ελληνικά - υδρογεωλογία, υδρογεωλογίας, την υδρογεωλογία, η υδρογεωλογία
Τυχαίες λέξεις
Wybiórczy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιλεκτικός, εκλεκτικός, επιλεκτική, επιλεκτικής, επιλεκτικό, εκλεκτική