Λέξη: βαθμολόγηση

Σχετικές λέξεις: βαθμολόγηση

βαθμολόγηση έκθεσης 2014, βαθμολόγηση έκθεσης α λυκείου, βαθμολόγηση ecce, βαθμολόγηση κπγ, βαθμολόγηση περίληψης, βαθμολόγηση τεχνικών προσφορών, βαθμολόγηση έκθεσης γ λυκείου 2013, βαθμολόγηση δημοσίων υπαλλήλων, βαθμολόγηση έκθεσης γ λυκείου

Συνώνυμα: βαθμολόγηση

βαθμολογία

Μεταφράσεις: βαθμολόγηση

βαθμολόγηση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
grading, marking, rating, Rated, graduation, scoring

βαθμολόγηση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
marca, marcado, marcando, marcaje, marcar

βαθμολόγηση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einstufung, abstufend, benoten, bewertung, benotung, kornverteilung, Markierung, Kennzeichen, Kennzeichnung, Markierungs

βαθμολόγηση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
classement, indice, marquage, de marquage, le marquage, marquant, marquer

βαθμολόγηση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
marcatura, marchio, la marcatura, di marcatura, contrassegno

βαθμολόγηση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
marca, marcação, marcando, de marcação, marcação de

βαθμολόγηση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
het merken, markering, merken, markeren

βαθμολόγηση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
классификация, браковка, мера, сортировка, выравнивание, маркировка, маркировки, маркировке, маркировку, разметки

βαθμολόγηση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
merking, merkingen, markering, merking av

βαθμολόγηση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
märkning, märkningen

βαθμολόγηση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
merkki, merkintä, merkinnän

βαθμολόγηση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mærkning, mærkningen, markering

βαθμολόγηση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
třídění, označení, značení, označování, označením, značkování

βαθμολόγηση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tonowanie, stopniowanie, zaszeregowanie, klasyfikowanie, sortowanie, oznakowanie, znakowania, oznaczenie, znakowanie, oznakowania

βαθμολόγηση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
talajegyengetés, jelölés, jelölést, jelöléssel

βαθμολόγηση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
işaretleme, markalama, işareti, işaretinin, işaretlenmesi

βαθμολόγηση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бракування, класифікація, маркування, маркіровка, маркірування, маркировка

βαθμολόγηση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shenjë, shënuar, duke shënuar, shënon, shënimin

βαθμολόγηση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
маркиране, маркировка, маркировката, маркирането

βαθμολόγηση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
маркіроўка

βαθμολόγηση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tasandamine, sortimine, märgistus, märgistamine, tähistamine, märgise

βαθμολόγηση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stupnjevanje, ocjenjivanja, obilježavanje, oznaka, označavanje, obilježavanja, označavanja

βαθμολόγηση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
merkingar, merking, merkið, merkja

βαθμολόγηση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ženklinimas, žymėjimas, ženklinimo, ženklas, žymėjimo

βαθμολόγηση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
marķēšana, marķējums, marķējumu, marķēšanu, marķējuma

βαθμολόγηση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
означување, обележување, по повод одбележувањето, одбележувањето, по повод

βαθμολόγηση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
marcare, marcajul, marcarea, marcaj, marcajului

βαθμολόγηση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
označevanje, CE, označevanja, oznaka, označevanju

βαθμολόγηση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
označenie, označenia, označení, označovania, názov

Στατιστικά δημοτικότητας: βαθμολόγηση

Τυχαίες λέξεις