Wypadek στα ελληνικά

Μετάφραση: wypadek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόθεση, θήκη, παράδειγμα, γεγονός, περιστατικό, άθλημα, περίπτωση, βαλίτσα, επεισόδιο, ατύχημα, θύμα, ατυχήματος, ατυχημάτων, ατυχήματα, των ατυχημάτων
Wypadek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktyn στα ελληνικά - ακτίνιο, ακτινίου, του ακτινίου, το ακτίνιο, ακτινίου τα
  • atol στα ελληνικά - κοραλλιογενές νησί, Atoll, ατόλλη, ατόλη, ατόλλης
  • densymetr στα ελληνικά - πυκνόμετρο, πυκνομέτρου, του πυκνομέτρου, πυκνομετρική μέθοδος, πυκνόμετρο θα
  • dyfrakcja στα ελληνικά - περίθλαση, διάθλαση, περίθλασης, διάθλασης, περιθλάσεως
Τυχαίες λέξεις
Wypadek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόθεση, θήκη, παράδειγμα, γεγονός, περιστατικό, άθλημα, περίπτωση, βαλίτσα, επεισόδιο, ατύχημα, θύμα, ατυχήματος, ατυχημάτων, ατυχήματα, των ατυχημάτων