Λέξη: ανακατώνω

Συνώνυμα: ανακατώνω

σμίγω, μιγνύω, ανακατεύω, ανακατώνομαι, παρασκευάζω, ζυμώνω, συμφύρω, πολτοποιώ, τσαλακώνω, προσμιγνύω, αναμιγνύω, μπερδεύω, συγχέω, μιγνύω ατακτώς, αναμιγνύομαι, λασπώνω, μαλάσσω, φυλλομετρώ, ζαρώνω, τραβώ απροσεκτώς, θέτω εις αταξία, μετακινώ, υπεκφεύγω, σύρω τους ποδάς, αναστατώνω, κατατροπώνω, ταράσσω, συμμιγνύω

Μεταφράσεις: ανακατώνω

ανακατώνω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mix, tousle, commingle, confound, rumple, riffle

ανακατώνω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
combinar, mezclar, confundir, amasar, unir, despeinar, tousle, alborotado, revuelto, despeinado

ανακατώνω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mischen, vermischen, zerzausen, tousle, zerzaustem, zerzausten, mit zerzaustem

ανακατώνω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
panacher, brouiller, mixer, mêler, confondre, mélanger, amalgame, brasser, fusionner, joindre, mélangez, mixture, mélange, amalgamer, mélangeons, allier, ébouriffer, Tousle, créer une coiffure décoiffée, une coiffure décoiffée, coiffure décoiffée

ανακατώνω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
impastare, miscuglio, mischiare, commistione, miscela, mescolare, mettere in disordine, tousle, in disordine, tousle i, arruffati

ανακατώνω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
luva, baralhar, mesclar, misturar, mexer, ligar, mistura, despentear, tousle, desgrenhados, despenteado, tousle a

ανακατώνω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mengen, mengsel, temperen, wassen, verwarren, mixen, vermengen, ragebol, rechtop zetten, warklomp, tousle, met verwarde

ανακατώνω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
наболтать, соединяться, смешивание, мешать, вмешать, перемешивать, беспорядок, примешать, размешивать, подмешивать, смешивать, примешивать, замесить, перемешивание, совмещать, сливать, ерошить, взъерошить

ανακατώνω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
blande, blanding, tousle

ανακατώνω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blandning, blanda, tousle, rufsa, rufsa till

ανακατώνω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
seota, sekoittaa, sotkea, seostuminen, seos, sekoitus, hämmentää, sekoittaminen, pörrö, pörröpäinen, pörröttää

ανακατώνω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tousle

ανακατώνω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
smísit, smíšenina, mísit, namíchat, promíchat, míchání, slučovat, zamíchat, směs, smíchat, pomíchat, míchat, rozcuchat

ανακατώνω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
preparować, wymieszać, zmiksować, połączyć, kręcić, domieszać, plątanina, mieszać, rozmieszać, mieszanina, miksować, zmieszać, miksowanie, mieszanka, namieszać, ocierać, czochrać, tarmosić, pokudłać, kudlić, rozmierzwić

ανακατώνω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
felfordulás, összeborzol, ráncigál

ανακατώνω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karıştırmak, bozmak, tousle

ανακατώνω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рукавиці, куйовдити, куйовдить

ανακατώνω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
trazoj, shprish, shpupurish

ανακατώνω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
раздърпвам, разбърквам, разрошвам

ανακατώνω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
калмаціць

ανακατώνω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ühendama, segu, ristama, sasipea, sasipundar, Pörrö, juukseid sasima, Pörröttää

ανακατώνω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izmiješati, zamijeniti, pobrkati, razbarušiti, rasčupaviti, raščupati

ανακατώνω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
blanda, tousle

ανακατώνω στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
commisceo, confundo

ανακατώνω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
draikyti, velti, suvelti, Pokudłać, išdraikyti

ανακατώνω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
savelt, bužinat

ανακατώνω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
tousle

ανακατώνω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
amesteca, boți, ciufuli, zbârli

ανακατώνω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mešati, Razbarušiti

ανακατώνω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
miešať, postrapatiť, rozcuchat, rozstrapatiť, pokaziť
Τυχαίες λέξεις