Wyszczerbić στα ελληνικά

Μετάφραση: wyszczerbić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκοπή, τσιπ, Νίκος, Nick, το nick, ο Nick, τον Nick
Wyszczerbić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • brązowawy στα ελληνικά - καφετί, καφετιά, καφέ, καστανωπό, καστανό
  • cukrzycowy στα ελληνικά - διαβητικός, διαβητική, διαβητικούς, διαβητικής, διαβητικών
  • estakada στα ελληνικά - αποβάθρα, Wharf, προβλήτα, προβλήτας, αποβάθρας
  • fatalny στα ελληνικά - θανατηφόρος, αλλόκοτος, μοιραίος, καταστροφικός, δυσοίωνος, φοβερός, απόκοσμος, ...
Τυχαίες λέξεις
Wyszczerbić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκοπή, τσιπ, Νίκος, Nick, το nick, ο Nick, τον Nick