Portar στα ελληνικά

Μετάφραση: portar, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αχθοφόρος, porter, θυρωρός, αχθοφόρου, πορτιέρη
Portar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pornografie στα ελληνικά - τσόντα, πορνογραφία, πορνογραφίας, την πορνογραφία, η πορνογραφία, της πορνογραφίας
  • port στα ελληνικά - λιμάνι, φωλιάζω, φυγαδεύω, αριστερός, λιμένα, θύρα, θύρας, ...
  • portavion στα ελληνικά - φορέας, μεταφορέας, φορέα, μεταφορέα, μεταφορικής
  • portbagaj στα ελληνικά - σχάρα, ράφι, βασανιστήριο, μέγγενη, κορμός, κορμό, κορμού, ...
Τυχαίες λέξεις
Portar στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αχθοφόρος, porter, θυρωρός, αχθοφόρου, πορτιέρη