Беганье στα ελληνικά

Μετάφραση: беганье, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρέξιμο, begane
Беганье στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бег στα ελληνικά - τρέξιμο, ράτσα, τρέχω, λειτουργία, λειτουργίας, τρέχει, διεξαγωγή
  • бега στα ελληνικά - τρέξιμο, λειτουργία, λειτουργίας, τρέχει, διεξαγωγή
  • бегать στα ελληνικά - χτενίζω, τρέχω, τρίβω, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, ...
  • бегемот στα ελληνικά - ιπποπόταμος, ιπποπόταμου, ιπποπόταμο, ιπποπόταμων, του ιπποπόταμου
Τυχαίες λέξεις
Беганье στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρέξιμο, begane