Бережливый στα ελληνικά
Μετάφραση: бережливый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποταμίευση, εγκρατής, φειδωλός, λιτός, οικονομία, οικονόμος, φειδωλοί, οικονόμο, οικονόμοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бережливо στα ελληνικά - φειδώ, λιτά, με φειδώ, frugally, ολιγαρκώς
- бережливость στα ελληνικά - λιτότητα, σωφροσύνη, λιτότης, thrift, λιτότητας, φειδώ
- бережно στα ελληνικά - μαλακά, επιφυλακτικά, προσεκτικά, προσοχή, με προσοχή, προσεκτική, προσεχτικά
- бережный στα ελληνικά - προσεκτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί
Τυχαίες λέξεις
Бережливый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποταμίευση, εγκρατής, φειδωλός, λιτός, οικονομία, οικονόμος, φειδωλοί, οικονόμο, οικονόμοι
Μεταφράσεις: αποταμίευση, εγκρατής, φειδωλός, λιτός, οικονομία, οικονόμος, φειδωλοί, οικονόμο, οικονόμοι