Горкнуть στα ελληνικά
Μετάφραση: горкнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στρίβω, χαλώ, κακομαθαίνω, στροφή, παραχαϊδεύω, σειρά, gorknut
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- горицвет στα ελληνικά - αστεροειδής αδώνης, Adonis, Άδωνις, Άδωνη, Άδωνης
- горка στα ελληνικά - τούρλα, περιστατικό, μπουφές, λοφίσκος, βαλίτσα, θήκη, λόφος, ...
- горланить στα ελληνικά - κραυγή, φωνάζω, στριγγλίζω, στριγκλίζω, αναφωνώ, κραυγάζω
- горластый στα ελληνικά - θορυβώδης, κραυγαλέος, ηχηρή, κραυγαλέα, θορυβώδη, θορυβώδους
Τυχαίες λέξεις
Горкнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στρίβω, χαλώ, κακομαθαίνω, στροφή, παραχαϊδεύω, σειρά, gorknut
Μεταφράσεις: στρίβω, χαλώ, κακομαθαίνω, στροφή, παραχαϊδεύω, σειρά, gorknut