Λέξη: περισσευούμενος

Μεταφράσεις: περισσευούμενος

περισσευούμενος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
spare, leftover, perissefoumenos

περισσευούμενος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sparsam, rest, ersatz, frei, überflüssig, perissefoumenos

περισσευούμενος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
loisirs, respecter, dédier, reste, économiser, vouer, vestige, dévouer, résidu, consacrer, épargner, restant, ménager, sacrifier, superflu, perissefoumenos

περισσευούμενος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
chave, sobressalentes, perissefoumenos

περισσευούμενος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
overbodig, ontzien, sparen, perissefoumenos

περισσευούμενος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лишний, жалеть, оставшийся, запасный, запасной, вольный, излишний, уделять, свободный, резервный, беречь, сухопарый, экономить, щадить, резерв, пощадить, perissefoumenos

περισσευούμενος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rest, perissefoumenos

περισσευούμενος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
varata, suoda, niukka, armahtaa, säästää, tarpeeton, perissefoumenos

περισσευούμενος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
spare, perissefoumenos

περισσευούμενος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
věnovat, spořivý, pozůstatek, uspořit, zbytek, ušetřit, šetřit, perissefoumenos

περισσευούμενος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
poświęcić, poświęcać, użyczyć, uszanować, zapasowy, oszczędzać, perissefoumenos

περισσευούμενος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szikár, zsírtalan, perissefoumenos

περισσευούμενος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
берегти, приділяти, зайвий, perissefoumenos

περισσευούμενος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rezervë, tepërt, rrallë, perissefoumenos

περισσευούμενος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
остатък, perissefoumenos

περισσευούμενος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
säästma, perissefoumenos

περισσευούμενος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zaliha, zamjenski, uštedjeti, rezerva, slobodan, perissefoumenos

περισσευούμενος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
paliekas, atlikums, atgriezums, perissefoumenos

περισσευούμενος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rest, perissefoumenos

περισσευούμενος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
perissefoumenos

περισσευούμενος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
náhradní, perissefoumenos
Τυχαίες λέξεις