Живописец στα ελληνικά

Μετάφραση: живописец, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλλιτέχνης, βαφέας, εικόνα, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο
Живописец στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • живокость στα ελληνικά - δελφίνι, Larkspur, Δελφίνιο, καπουτσίνοι, καπουτσίνους
  • живописать στα ελληνικά - εικόνα, απεικονίζουν, απεικονίζει, απεικονίσει, παριστάνουν, αναπαριστούν
  • живописный στα ελληνικά - παραστατικός, γραφικός, γραφικό, γραφική, γραφικά, γραφικές
  • живопись στα ελληνικά - εικόνα, ζωγραφιά, ζωγραφική, ζωγραφικής, τη ζωγραφική, βαφής, βαφή
Τυχαίες λέξεις
Живописец στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλλιτέχνης, βαφέας, εικόνα, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο