Загнивать στα ελληνικά
Μετάφραση: загнивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φθορά, σαπίζω, παρακμάζω, παρακμή, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
Μεταφράσεις
- атеист στα ελληνικά - άθεος, αθεϊστής, άθεο, αθεϊστική, αθεϊστή
- атлас στα ελληνικά - σατέν, άτλας, Atlas, άτλαντα, άτλαντας, άτλαντος
- благодарность στα ελληνικά - αναγνώριση, ευγνωμοσύνη, ευχαριστίες, ευχαριστώ, χάρη, γκολ
- губернаторша στα ελληνικά - κυβερνήτης, κυβερνήτη, Διοικητή, διοικητής, Governor
Τυχαίες λέξεις
Загнивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φθορά, σαπίζω, παρακμάζω, παρακμή, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
Μεταφράσεις: φθορά, σαπίζω, παρακμάζω, παρακμή, σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν