Захват στα ελληνικά
Μετάφραση: захват, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγκαλιάζω, πιάνω, θαυμασμός, λήψη, κόβω, κοπή, αιχμαλωτίζω, κλώσημα, εντρυφώ, ευφροσύνη, χαρά, λαβή, κόψιμο, τσιμπώ, κρατώ, σπασμός, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- важничающий στα ελληνικά - αποπνικτικός, σπουδαίος, σημαντικός, αυτάρεσκος, φαντασμένος, αλαζόνων, υπεροπτικά
- воюющий στα ελληνικά - επιθετικός, εριστικός, φιλοπόλεμος, εμπόλεμος, εμπόλεμη, εμπόλεμα, εμπόλεμης, ...
- выслужить στα ελληνικά - προβαίνω, υπηρετώ, προχωρώ, πρόοδος, προκαταβάλλω, και να αποκτήσουν, και να αποκτήσει, ...
- где-нибудь στα ελληνικά - κάπου, κάποιο, σε κάποιο
Τυχαίες λέξεις
Захват στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγκαλιάζω, πιάνω, θαυμασμός, λήψη, κόβω, κοπή, αιχμαλωτίζω, κλώσημα, εντρυφώ, ευφροσύνη, χαρά, λαβή, κόψιμο, τσιμπώ, κρατώ, σπασμός, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
Μεταφράσεις: αγκαλιάζω, πιάνω, θαυμασμός, λήψη, κόβω, κοπή, αιχμαλωτίζω, κλώσημα, εντρυφώ, ευφροσύνη, χαρά, λαβή, κόψιμο, τσιμπώ, κρατώ, σπασμός, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση