Зачастую στα ελληνικά

Μετάφραση: зачастую, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συχνά, συνήθως, φορές, πολλές φορές
Зачастую στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспристрастный στα ελληνικά - ακόμα, νεκρό, ειλικρινής, ουδέτερος, απρόσωπος, δικαστικός, ξανθός, ...
  • восхитительный στα ελληνικά - αίθριος, απίθανος, ψιλή, ένδοξος, πρόστιμο, μεγάλος, τερπνός, ...
  • вымереть στα ελληνικά - γίνομαι, αρμόζω, εξαφανιστεί, εκλείψει, εξαφανίζονται, εκλείψουν, να εξαφανιστεί
  • ганглий στα ελληνικά - γάγγλιο, γαγγλίου, γαγγλίων, γαγγλιακών, γαγγλιακά
Τυχαίες λέξεις
Зачастую στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συχνά, συνήθως, φορές, πολλές φορές