Звено στα ελληνικά
Μετάφραση: звено, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσαλαπατώ, κρίκος, τμήμα, φυγή, πτήση, τριάδα, συνδέω, τομή, βήμα, πατημασιά, σύνδεσμος, δεσμός, σύνδεση, σύνδεσμο, συνδέσμου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- азербайджанец στα ελληνικά - Αζερμπαϊτζάν, azerbaijani, του Αζερμπαϊτζάν, αζερικών, αζερική
- библиотекарь στα ελληνικά - βιβλιοθηκάριος, βιβλιοθηκονόμος, βιβλιοθηκονόμο, βιβλιοθηκονόμου, βιβλιοθηκάριο
- выпяченный στα ελληνικά - εξαιρετικός, διογκώνοντας, διόγκωση, εξογκώματος, διόγκωσης, εξογκωμένο
- громила στα ελληνικά - διαρρήκτης, κλέπτης διά ρήξεως
Τυχαίες λέξεις
Звено στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσαλαπατώ, κρίκος, τμήμα, φυγή, πτήση, τριάδα, συνδέω, τομή, βήμα, πατημασιά, σύνδεσμος, δεσμός, σύνδεση, σύνδεσμο, συνδέσμου
Μεταφράσεις: τσαλαπατώ, κρίκος, τμήμα, φυγή, πτήση, τριάδα, συνδέω, τομή, βήμα, πατημασιά, σύνδεσμος, δεσμός, σύνδεση, σύνδεσμο, συνδέσμου