Касаться στα ελληνικά
Μετάφραση: касаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαφήμιση, προβληματισμός, σχετίζομαι, αγγίζω, νιώθω, ανησυχία, ενδιαφέρον, πινελιά, αισθάνομαι, εφαρμόζω, τρέχω, βάζω, αιτούμαι, υφή, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благообразный στα ελληνικά - ελκυστικός, ευπαρουσίαστος, όμορφος, όμορφο, ωραίος, όμορφου
- горообразование στα ελληνικά - απόγονος, orogeny, ορογένεσης
- густой στα ελληνικά - πολυτελής, γενναιόδωρος, κολλητός, πνιγηρός, αρκετός, ανοιχτοχέρης, κοντά, ...
- дотоле στα ελληνικά - μέχρι σήμερα, μέχρι, μέχρι τώρα, μέχρι στιγμής, έως τώρα
Τυχαίες λέξεις
Касаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαφήμιση, προβληματισμός, σχετίζομαι, αγγίζω, νιώθω, ανησυχία, ενδιαφέρον, πινελιά, αισθάνομαι, εφαρμόζω, τρέχω, βάζω, αιτούμαι, υφή, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε
Μεταφράσεις: διαφήμιση, προβληματισμός, σχετίζομαι, αγγίζω, νιώθω, ανησυχία, ενδιαφέρον, πινελιά, αισθάνομαι, εφαρμόζω, τρέχω, βάζω, αιτούμαι, υφή, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε