Λέξη: αγράμματος

Σχετικές λέξεις: αγράμματος

αγράμματος συνωνυμα, άνθρωπος αγράμματος

Συνώνυμα: αγράμματος

ακατάρτιστος, αναλφάβητος, ανήξερος, ανιδέος, αμαθής, αστοιχείωτος, αμόρφωτος, ακαλλιέργητος, απαίδευτος, αδιαπαιδαγώγητος, αδίδακτος

Μεταφράσεις: αγράμματος

αγράμματος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ignorant, illiterate, uneducated, unlettered, literate

αγράμματος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ignorante, analfabeto, iletrado, analfabetos, analfabeta, analfabetas

αγράμματος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dumm, unwissend, ungebildet, Analphabet, Analphabetin, Analphabeten, ungebildeten, analphabetischen

αγράμματος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
inconscient, ignorant, inculte, ignare, analphabète, illettré, analphabètes, illettrés, illettrée

αγράμματος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ignorante, analfabeta, analfabeti, analfabete, illetterato, illetterati

αγράμματος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
analfabeto, iletrado, analfabetos, analfabeta, analfabetas

αγράμματος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ongeletterd, onkundig, onontwikkeld, analfabeet, ongeletterde, analfabeten, analfabete

αγράμματος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
невежественный, непросвещенный, неосведомленный, необразованный, малограмотный, несведущий, полуграмотный, неграмотный, неграмотными, неграмотны, неграмотных, неграмотным

αγράμματος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
uvitende, analfabet, analfabeter, talt analfabeter, illiterate, lese og skrive

αγράμματος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
okunnig, analfabeter, analfabet, illiterat, illitterata, illitterat

αγράμματος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
oppimaton, harjaantumaton, lukutaidoton, lukutaidottomia, lukutaidottomat, lukutaidottomille, lukutaidottomien

αγράμματος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
analfabeter, analfabet, analfabetisk, er analfabeter

αγράμματος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nevědomý, neznalý, analfabet, negramotný, negramotných, negramotní, negramotná

αγράμματος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ignorancki, nieświadomy, niewykształcony, analfabeta, niepiśmienny, analfabetami, analfabeci, analfabetą

αγράμματος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
írástudatlan, analfabéta, írástudatlanok, analfabéták, az írástudatlan

αγράμματος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cahil, okuma yazma bilmeyen, okuma yazma bilmemektedir

αγράμματος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
неосвічений, необізнаний, недосвідчений, неграмотний, неписьменний, безграмотний, неписьменна, безграмотна

αγράμματος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
analfabet, analfabetë, analfabete, pashkolluar, paarsimuar

αγράμματος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неграмотен, неграмотни, неграмотните, неграмотно, неграмотна

αγράμματος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
непісьменны, няграматны, неабазнаны, неграмотный, неабазнаны і

αγράμματος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ignorantne, teadmatu, võhiklik, kirjaoskamatu, kirjaoskamatud, kirjaoskamatute, kirjaoskamatutele, kirjaoskamatutest

αγράμματος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neuk, neupućen, nepismen, nepismeni, nepismena, nepismeno, nepismenih

αγράμματος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fávís, ólæsir, ólæs, ólæst, læs

αγράμματος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ignotus, ignarus

αγράμματος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
neraštingas, beraštis, neraštingi, neraštingais

αγράμματος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
analfabēts, analfabēti, analfabētiem, analfabētus

αγράμματος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
неписмени, неписмените, неписмена, неписмен, неписмено

αγράμματος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
analfabet, analfabeți, analfabete, analfabetă, analfabeti

αγράμματος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nepismenih, nepismeni, nepismen, nepismena, nepismene

αγράμματος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nevychovaný, neinformovaný, analfabet
Τυχαίες λέξεις