Консервы στα ελληνικά
Μετάφραση: консервы, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διατηρώ, διασώζω, συντηρώ, κονσερβοποιημένα τρόφιμα, κονσερβών, κονσέρβες τροφίμων, τα κονσερβοποιημένα τρόφιμα, κονσέρβες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспризорник στα ελληνικά - αδέσποτος, χαμίνι, αγυιόπαις, gamin, αλήτης
- ваза στα ελληνικά - βαζάκι, βάζο, αγγείο, αγγείου, vase, αγγείων
- взрываться στα ελληνικά - εκρήγνυμαι, μύγα, πετώ, εκραγεί, εκραγούν, να εκραγεί, να εκραγούν, ...
- выветривание στα ελληνικά - αερισμός, διάβρωση, καιρικές συνθήκες, τις καιρικές συνθήκες, αποσάθρωση, καιρικές, στις καιρικές συνθήκες
Τυχαίες λέξεις
Консервы στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διατηρώ, διασώζω, συντηρώ, κονσερβοποιημένα τρόφιμα, κονσερβών, κονσέρβες τροφίμων, τα κονσερβοποιημένα τρόφιμα, κονσέρβες
Μεταφράσεις: διατηρώ, διασώζω, συντηρώ, κονσερβοποιημένα τρόφιμα, κονσερβών, κονσέρβες τροφίμων, τα κονσερβοποιημένα τρόφιμα, κονσέρβες