Кринолин στα ελληνικά

Μετάφραση: кринолин, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοφίνι, κρινολίνο, τραχύ ύφασμα
Кринолин στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бесперебойный στα ελληνικά - διαρκής, λείος, ομαλός, τακτικός, ομαλή, λεία, ομαλής, ...
  • валентность στα ελληνικά - σχισμή, σθένος, σθένους, το σθένος
  • воспитанница στα ελληνικά - μαθητής, μαθητή, μαθητών, κόρης, των μαθητών
  • гудящий στα ελληνικά - βουητό, humming, βουίσει, να βουίσει, βόμβος
Τυχαίες λέξεις
Кринолин στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοφίνι, κρινολίνο, τραχύ ύφασμα