Крот στα ελληνικά
Μετάφραση: крот, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόλος, τυφλοπόντικας, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бельэтаж στα ελληνικά - ημιώροφος, πατάρι, ημιώροφο, μεσοπάτωμα, mezzanine
- бюрократический στα ελληνικά - γραφειοκρατικός, γραφειοκρατική, γραφειοκρατικές, γραφειοκρατικό, γραφειοκρατικών
- генерал στα ελληνικά - γενικός, στρατηγός, Γενική, Γενικές, Γενικά, Γενικής
- грифель στα ελληνικά - ηγούμαι, μόλυβδος, λουρί, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Крот στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόλος, τυφλοπόντικας, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
Μεταφράσεις: μόλος, τυφλοπόντικας, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή