Мамаша στα ελληνικά
Μετάφραση: мамаша, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μούμια, μητέρα, μαμά, μητέρας, η μητέρα, τη μητέρα, μητρική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апериодический στα ελληνικά - απεριοδικός, απεριοδικές, απεριοδικής, απεριοδικό, απεριοδικά
- бутан στα ελληνικά - βουτάνιο, βουτανίου, βουτανο, το βουτάνιο, βουταν
- вертикально στα ελληνικά - όρθιος, όρθια, όρθια θέση, όρθιο, σε όρθια θέση
- долгота στα ελληνικά - μήκος, απόγειο, γεωγραφικό μήκος, γεωγραφικού μήκους, μήκους, γεωγραφικού
Τυχαίες λέξεις
Мамаша στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μούμια, μητέρα, μαμά, μητέρας, η μητέρα, τη μητέρα, μητρική
Μεταφράσεις: μούμια, μητέρα, μαμά, μητέρας, η μητέρα, τη μητέρα, μητρική