Λέξη: ύφος
Σχετικές λέξεις: ύφος
ύφος κειμένου, ύφος αγγλικά, ύφος μπλαζέ, ύφος στα αγγλικά, ύφος χιλίων καρδιναλίων, ύφοσ λογοτεχνικού κειμένου, ύφος στη λογοτεχνία, ύφος γλαφυρό, ύφος λόγου, ύφος κειμένων
Συνώνυμα: ύφος
αέρας, άνεμος, χαβάς, ματιά, βλέμμα, όψη, μορφή, ήθος, τρόπος, είδος, ζωγραφική καθημερινής, στυλ, συρμός, λεκτικό, γραφή
Μεταφράσεις: ύφος
ύφος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
style, genre, look, tone, style of
ύφος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estilo, modo, uso, moda, elegancia, estilo de, de estilo, el estilo, del estilo
ύφος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
art, stil, modezeichner, ausdrucksweise, mode, Stil, Art, Arten, Design
ύφος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chic, style, orgelet, ordre, type, forme, titre, manière, pointe, façon, mode, genre, élégance, vogue, le style, de style, modèle, un style
ύφος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
voga, moda, stile, maniera, modo, foggia, in stile, di stile, stile di, lo stile
ύφος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
maneira, modo, intitular, forma, estábulo, chiqueiro, moda, costume, estilo, modelo, style, estilo de, do estilo
ύφος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
modus, trant, wijs, manier, wijze, stijl, mode, style, stijl van, De stijl
ύφος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фасон, направление, фактура, стилистика, покрой, мода, школа, титул, гномон, манера, жанр, пошиб, маточник, поэтика, вид, слог, стиль, стиле, стиля, тип, типа
ύφος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
måte, stil, mote, style, stilen
ύφος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stil, sätt, mode, style, stilen, utformar
ύφος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
muoto, komeilu, tyyli, muoti, tapa, tyyliin, tyyliä, style, tyylisi
ύφος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
måde, facon, stil, style, behov, typografi
ύφος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
sloh, druh, styl, tvar, rydlo, způsob, čnělka, střih, titul, švih, elegance, móda, stylu, ve stylu
ύφος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
maniera, styl, stylizowanie, szyk, elegancja, grafion, stylowość, fason, tytuł, moda, sonda, rylec, krój, sztyft, wzór, stylistyka, stylu, w stylu, style, stylem
ύφος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elegancia, modor, modell, cégnév, fajta, sikk, bibeszál, típus, stílus, stílusú, stílusban, stílust, stílusa
ύφος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tarz, moda, tavır, üslup, usul, şekil, tip, stil, tarzı, stili, style, Temayı
ύφος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гравірувати, фасон, титул, стиль
ύφος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mënyrë, stil, stilin, në stilin, stilit, stili
ύφος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стил, стила, стил на, начин
ύφος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стыль
ύφος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
krihvel, stiil, stiilis, stiili, style, järgi
ύφος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
način, pisaljka, stilistika, stil, moda, format, stilom, naslov, stilu, style, stila
ύφος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stíl, stíll, Útlit
ύφος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stilius, fasonas, maniera, būdas, stiliaus, stilių, style
ύφος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mode, maniere, paņēmiens, veids, stils, stila, stilu, stilā, style
ύφος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стил, стилот, стил на, стилот на
ύφος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stil, mod, modă, stilul, stil de, în stil, stilului
ύφος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
móda, moda, slog, stil, slogu, stilu, sloga
ύφος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vkus, sloh, móda, formovať, štýl
Τυχαίες λέξεις