Меняющийся στα ελληνικά
Μετάφραση: меняющийся, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευμετάβλητος, μεταβλητός, μένω, αλλοπρόσαλλος, ασταθής, ταραγμένος, άστατος, ζωντανός, μετατόπιση, μετατοπίζοντας, μετατοπίζεται, στροφή, μετατόπισης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- архитектор στα ελληνικά - αρχιτεκτονική, σχεδιαστής, αρχιτέκτων, αρχιτέκτονα, αρχιτέκτονας, του αρχιτέκτονα, τον αρχιτέκτονα
- аутоиммунный στα ελληνικά - αυτοάνοση, αυτοάνοσο, αυτοάνοσα, αυτοάνοσες, αυτοάνοσων
- братоубийственный στα ελληνικά - αδελφοκτονικός, αδελφοκτόνος, αδελφοκτόνο, αδελφοκτόνων, αδελφοκτόνου
- вязаться στα ελληνικά - διανύω, καταμετρώ, είμαι, βρίσκομαι, συμφωνώ, ταιριάζει, ταιριάζει σε, ...
Τυχαίες λέξεις
Меняющийся στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευμετάβλητος, μεταβλητός, μένω, αλλοπρόσαλλος, ασταθής, ταραγμένος, άστατος, ζωντανός, μετατόπιση, μετατοπίζοντας, μετατοπίζεται, στροφή, μετατόπισης
Μεταφράσεις: ευμετάβλητος, μεταβλητός, μένω, αλλοπρόσαλλος, ασταθής, ταραγμένος, άστατος, ζωντανός, μετατόπιση, μετατοπίζοντας, μετατοπίζεται, στροφή, μετατόπισης