Мерзостный στα ελληνικά

Μετάφραση: мерзостный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακάθαρτος, βρώμικος, αηδιαστικός, βρωμερός, άθλιος, ρυπαρός, άθλιες, άθλιων
Мерзостный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • галстук στα ελληνικά - δένω, γραβάτα, κασκόλ, μαντήλι, ισοπαλία, ισοπαλίας, δεσμό, ...
  • гранит στα ελληνικά - γρανίτης, γρανίτη, από γρανίτη, γρανιτη, γρανίτες
  • двухсотлетие στα ελληνικά - διακοσαετής, δισεκατονταετές, δισεκατονταετή, δισεκατονταετής, bicentennial
  • доставаться στα ελληνικά - κοστίζω, προστίθεμαι, κόστος, βρίσκομαι, δαπάνη, διανύω, προκύπτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Мерзостный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακάθαρτος, βρώμικος, αηδιαστικός, βρωμερός, άθλιος, ρυπαρός, άθλιες, άθλιων