Λέξη: τρίμηνο

Σχετικές λέξεις: τρίμηνο

τρίμηνο επίδομα ανεργίας, τρίμηνο μετάφραση, τρίμηνο επίδομα οαεδ, τρίμηνο εγκυμοσύνης, τρίμηνο αγγλικα, τρίμηνο μνημόσυνο, τρίμηνο στα αγγλικά

Μεταφράσεις: τρίμηνο

τρίμηνο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
term, quarter, trimester, quarterly, three months, quarter of

τρίμηνο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
término, plazo, trimestre, mandato, expresión, cuarto, cuarta, barrio, cuarta parte

τρίμηνο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
termin, saison, fachausdruck, ausdruck, laufzeit, amtszeit, spielzeit, begriff, semester, fachbegriff, Quartal, Viertel, Quartals

τρίμηνο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
quartier, terme, listing, temps, dénommer, appellation, appeler, époque, parole, ajournement, condition, session, période, mot, expression, délai, trimestre, quart, trimestre de

τρίμηνο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
espressione, termine, trimestre, quarto, quartiere, quarti

τρίμηνο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vocábulo, termo, expressão, tergiversar, trimestre, quarto, bairro, trimestre de, quartos

τρίμηνο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
uitdrukking, vakterm, term, kwartaal, kwart, wijk, kwartaal van, trimester

τρίμηνο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
срок, слово, выражение, семестр, сессия, предел, термин, условие, триместр, терм, четверть, квартал, квартале, четверти, й квартал

τρίμηνο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
semester, periode, termin, kvartal, kvartalet, fjerdedel, kvartal i, kvart

τρίμηνο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
term, termin, fjärdedel, kvartal, kvartalet, kvartalets

τρίμηνο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nimitys, käsite, ehto, termi, kausi, lukukausi, nimike, osanen, neljännes, neljänneksellä, neljänneksen, vuosineljänneksen, vuosineljänneksellä

τρίμηνο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
udtryk, kvarter, kvart, kvartal, fjerdedel, kvartalet

τρίμηνο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nazvat, výraz, podmínka, člen, období, čtvrtletí, pololetí, kvartál, semestr, pojmenovat, doba, název, termín, čas, lhůta, slovo, čtvrtina, čtvrt, čtvrtinu, čtvrť

τρίμηνο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nazywać, określenie, pojęcie, warunek, wyrażenie, kadencja, termin, człon, semestr, kategoria, okres, kwartał, wyraz, trymestr, term, stosunek, ćwiartka, ćwierć, kwartale, czwarta

τρίμηνο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szemeszter, kifejezés, szó, határnap, tag, szakszó, negyed, negyedévben, negyedévében, negyedév, negyedévi

τρίμηνο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kavram, vade, çeyrek, dörtte, çeyreğinde, çeyrekte, çeyreği

τρίμηνο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сесія, термін, умова, строк, чверть, місяць

τρίμηνο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
çerek, tremujori i, katërta, e katërta, tremujorin e

τρίμηνο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
срок, тримесечие, четвърт, квартал, кв

τρίμηνο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
чвэрць, месяц, расце, квадра, серп

τρίμηνο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
oskussõna, tähtaeg, semester, kvartal, veerand, kvartalis, kvartali, kvartaliga

τρίμηνο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
granica, nazvati, označiti, pojam, trajanje, četvrtina, četvrt, kvartal, tromjesečju, četvrtine

τρίμηνο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heiti, ársfjórðungi, fjórðungur, ársfjórðungur, fjórðungi, ársfjórðungs

τρίμηνο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ketvirtis, ketvirtadalis, ketvirtį, ketvirčio, ketvirtadalį

τρίμηνο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ceturksnis, ceturtdaļa, ceturksnī, ceturtā, ceturkšņa

τρίμηνο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
четвртина, квартал, тримесечје, тромесечје, четврт

τρίμηνο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
termen, trimestru, sfert, trimestrul, sfert de, pătrime

τρίμηνο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
subjekt, termín, četrtletje, četrtina, četrt, četrtino, četrtletju

τρίμηνο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
období, termín, subjekt, štvrťrok, štvrťroku, štvrťroka, štvrťroky, štvrťrokov

Στατιστικά δημοτικότητας: τρίμηνο

Τυχαίες λέξεις