Надеть στα ελληνικά
Μετάφραση: надеть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ντύνομαι, φόρεμα, ντύνω, τεθεί σε, θέσει σε, που διατίθενται στην, τίθεται σε, διατεθεί στην
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- демаркация στα ελληνικά - οροθεσία, διαχωρισμός, οριοθέτηση, οριοθέτησης, διαχωριστική, διαχωρισμού
- дигиталис στα ελληνικά - δακτυλίτιδα, δακτυλίτιδας, digitalis, της δακτυλίτιδας, η δακτυλίτιδα
- желтить στα ελληνικά - δειλός, κίτρινος, κίτρινο, την κίτρινη, κίτρινη, κίτρινου
- забрать στα ελληνικά - κατάσχω, υπαναχωρώ., παίρνω, αποσύρω, υπαναχωρώ, δημεύω, σηκώστε, ...
Τυχαίες λέξεις
Надеть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ντύνομαι, φόρεμα, ντύνω, τεθεί σε, θέσει σε, που διατίθενται στην, τίθεται σε, διατεθεί στην
Μεταφράσεις: ντύνομαι, φόρεμα, ντύνω, τεθεί σε, θέσει σε, που διατίθενται στην, τίθεται σε, διατεθεί στην