Наподдавать στα ελληνικά
Μετάφραση: наподдавать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, σουξέ, βαρώ, napoddavat
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- временной στα ελληνικά - χρόνος, προσωρινός, εγκόσμιος, καιρός, φορά, κοσμικός, ώρα, ...
- всадить στα ελληνικά - κάθισμα, καθίζω, οίκημα, κατάλυμα, Lodge, καταθέσει, καταφύγιο
- гноящийся στα ελληνικά - φούντωνε, κακοφορμισμένο, ελκώδη, festering, ελκωδών
- грубовато-добродушный στα ελληνικά - ντόμπρος, ευθύς, μπλόφα, Bluff, του Bluff, μπλόφας, το Bluff
Τυχαίες λέξεις
Наподдавать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, σουξέ, βαρώ, napoddavat
Μεταφράσεις: χτυπώ, σουξέ, βαρώ, napoddavat