Неприкрашенный στα ελληνικά

Μετάφραση: неприкрашенный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καραφλός, φαλακρός, αστίλβωτος, αλουστράριστη, μη βερνικωμένες, γυμνή, βερνικωμένες
Неприкрашенный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безжалостный στα ελληνικά - αδίστακτος, αποκρουστικός, απαίσιος, ανελέητος, ανηλεής, άσπλαχνος, απάνθρωπος, ...
  • душещипательный στα ελληνικά - καλόψυχος, αισθαντική, soulful, εκφραστική, εκφραστικά
  • дятел στα ελληνικά - δρυοκολάπτης, δρυοκολαπτών, δρυοκολάπτη, woodpecker, δρυοκολάπτης με
  • женщина-техник στα ελληνικά - θηλυκό, γυναικεία, θηλυκά, γυναικείο, γυναικείας
Τυχαίες λέξεις
Неприкрашенный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καραφλός, φαλακρός, αστίλβωτος, αλουστράριστη, μη βερνικωμένες, γυμνή, βερνικωμένες