Осведомленность στα ελληνικά
Μετάφραση: осведомленность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίληψη, οικειότητα, γνώσεις, γνώση, επίγνωση, ευαισθητοποίησης, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση
Μεταφράσεις
- безвестный στα ελληνικά - άγνωστος, άγνωστο, άγνωστη, άγνωστες, άγνωστα
- вульгата στα ελληνικά - βουλγκάτα, Βουλγάτη, Βουλγάτα, Vulgate, βίβλος
- вымогательство στα ελληνικά - εκβιάζω, ρακέτα, εκβιασμός, εκβιασμού, εκβιασμούς, εκβίαση, του εκβιασμού
- дальность στα ελληνικά - διακυμαίνομαι, απόσταση, εμβέλεια, φάσμα, σειρά, εύρος, γκάμα
Τυχαίες λέξεις
Осведомленность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίληψη, οικειότητα, γνώσεις, γνώση, επίγνωση, ευαισθητοποίησης, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση
Μεταφράσεις: αντίληψη, οικειότητα, γνώσεις, γνώση, επίγνωση, ευαισθητοποίησης, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση