Отклонение στα ελληνικά

Μετάφραση: отклонение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρέκβαση, λάθος, λοξοδρομώ, αναχώρηση, παρεκτροπή, ροπή, απόρριψη, παρέκκλιση, φάλτσο, τάση, απόκλιση, παραλλαγή, απόκλισης, αποκλίσεις
Отклонение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • амортизировать στα ελληνικά - απορροφώ, εξαγοράζω, ξεπληρώνω με δόσεις, αποσβέσει, αποσβέσουν, αποσβέσουν τις, την απόσβεση
  • бормотать στα ελληνικά - μουρμουρίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει
  • вымотаться στα ελληνικά - ξοδεύω, σταμνί, τσουκάλι, σαράβαλο, crock, γκιούμι
  • дозреть στα ελληνικά - μεστώνω, αρμόζω, ωριμάζω, μεστός, ώριμος, γίνομαι, ωριμάζουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Отклонение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρέκβαση, λάθος, λοξοδρομώ, αναχώρηση, παρεκτροπή, ροπή, απόρριψη, παρέκκλιση, φάλτσο, τάση, απόκλιση, παραλλαγή, απόκλισης, αποκλίσεις