Отрицание στα ελληνικά
Μετάφραση: отрицание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανταπαντώ, αντίρρηση, αποκήρυξη, απάρνηση, αντίλογος, άρνηση, άρνησης, την άρνηση, η άρνηση, αναίρεση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безостановочный στα ελληνικά - ακατάπαυστος, αδιάκοπος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη, συνεχής
- безыскусственность στα ελληνικά - αφέλεια, την αφέλεια, αφέλειας, άτεχνα, ατεχνία
- бильярдный στα ελληνικά - μπιλιάρδου, μπιλιάρδο, του μπιλιάρδου, Μπιλιάρδα, τραπέζι μπιλιάρδου
- главенствующий στα ελληνικά - επικάλυψη, συμπλήρωση, συμπληρωματικής κάλυψης, topping, κάλυμμα
Τυχαίες λέξεις
Отрицание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανταπαντώ, αντίρρηση, αποκήρυξη, απάρνηση, αντίλογος, άρνηση, άρνησης, την άρνηση, η άρνηση, αναίρεση
Μεταφράσεις: ανταπαντώ, αντίρρηση, αποκήρυξη, απάρνηση, αντίλογος, άρνηση, άρνησης, την άρνηση, η άρνηση, αναίρεση