Перестрахование στα ελληνικά
Μετάφραση: перестрахование, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιβεβαίωση, καθησύχαση, αντασφάλισης, αντασφάλιση, αντασφαλιστική, αντασφαλιστικές, αντασφαλιστικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- воспалить στα ελληνικά - ανάβω, ερεθίζω, φωτίζω, ξανθός, φωτερός, φλογίζω, φλέγω, ...
- голос στα ελληνικά - εκφράζω, όργανο, ψήφος, ψηφίζω, φωνή, φωνής, φωνητικής, ...
- дублон στα ελληνικά - δουβλόνι
- ералаш στα ελληνικά - ακαταστασία, μπερδεύω, ανακατεύω, συγχέω, πίτα, πίτας, πιτών, ...
Τυχαίες λέξεις
Перестрахование στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιβεβαίωση, καθησύχαση, αντασφάλισης, αντασφάλιση, αντασφαλιστική, αντασφαλιστικές, αντασφαλιστικών
Μεταφράσεις: επιβεβαίωση, καθησύχαση, αντασφάλισης, αντασφάλιση, αντασφαλιστική, αντασφαλιστικές, αντασφαλιστικών