Перестрелять στα ελληνικά
Μετάφραση: перестрелять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτινάσσω, πυροβολώ, σκοτώνω, βλαστός, πάρει μακριά, να πάρει μακριά, πάρει από, εντοπίσετε από, επιλέξει από
Μεταφράσεις
- аффикс στα ελληνικά - προσθέτω, πρόσφυμα, τοποθετεί, επιθέτει, επιθέσει, θέτει, τοποθετούν
- великовозрастный στα ελληνικά - μεστός, ωριμάζω, ώριμος, ενήλικος, ενήλικας, μεστώνω, κατάφυτος, ...
- ворчунья στα ελληνικά - γρινιάρης, μουρμούρης
- вражда στα ελληνικά - αντίθεση, ανταγωνισμός, καταφορά, εμπάθεια, εχθρότητα, τιμάριο, αντιπολίτευση, ...
Τυχαίες λέξεις
Перестрелять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτινάσσω, πυροβολώ, σκοτώνω, βλαστός, πάρει μακριά, να πάρει μακριά, πάρει από, εντοπίσετε από, επιλέξει από
Μεταφράσεις: εκτινάσσω, πυροβολώ, σκοτώνω, βλαστός, πάρει μακριά, να πάρει μακριά, πάρει από, εντοπίσετε από, επιλέξει από