Подкопать στα ελληνικά
Μετάφραση: подкопать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζουμί, χυμός, εξαντλώ, υποσκάπτω, υπονομεύουν, υπονομεύσει, υπονομεύσουν, να υπονομεύσει, υπονομεύει
Μεταφράσεις
- альянс στα ελληνικά - συμμαχία, συνασπισμός, Συμμαχίας, Alliance, της Συμμαχίας, τη συμμαχία
- бретельки στα ελληνικά - ιμάντες ώμου, ιμάντες των ώμων, ιμάντων ώμου, τιραντών, ιμάντες ώμων
- выпадать στα ελληνικά - έρχομαι, πέσουν έξω, να πέσουν έξω, πέσει έξω, πέφτουν έξω, πέφτουν
- заводь στα ελληνικά - λιμνούλα, ρεύμα, ρυάκι, πισίνα, στάσιμα νερά, τέλμα, backwater, ...
Τυχαίες λέξεις
Подкопать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζουμί, χυμός, εξαντλώ, υποσκάπτω, υπονομεύουν, υπονομεύσει, υπονομεύσουν, να υπονομεύσει, υπονομεύει
Μεταφράσεις: ζουμί, χυμός, εξαντλώ, υποσκάπτω, υπονομεύουν, υπονομεύσει, υπονομεύσουν, να υπονομεύσει, υπονομεύει