Λέξη: ύψιστος

Συνώνυμα: ύψιστος

ανώτατος, έσχατος, άκρος, υψηλός, πανέμορφος, μεγαλείος, θείος

Μεταφράσεις: ύψιστος

ύψιστος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
utmost, highest, sublime, topmost, upmost

ύψιστος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
extremo, más alto, más alta, alto, mayor, alta

ύψιστος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
äußerst, extrem, höchste, höchsten, höchster, höchstem, höchst

ύψιστος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
limite, extrême, sommet, cime, le plus haut, plus, plus élevé, plus haut, plus haute

ύψιστος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
estremo, massimo, più alto, più alta, alto, massima

ύψιστος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
maior, mais alta, mais alto, mais elevado, mais elevada

ύψιστος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ultra, bovenmatig, ergst, hoogst, hoogste, grootste, de hoogste, beste

ύψιστος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крайний, граничный, предельный, огромный, громадный, наибольший, наивысший, высокий, высокая, самый высокий

ύψιστος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ytterst, høyeste, høyest, mest, høy, størst

ύψιστος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ytterlig, högsta, högst, största, bästa, störst

ύψιστος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
äärimmäinen, kaukaisin, äärimmäisin, korkein, korkeimman, ylin, eniten, korkeimmat

ύψιστος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
højeste, højest, største, størst, højst

ύψιστος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
extrémní, krajní, mezní, vrchol, nejvyšší, od nejvyšší, nejvyšším, největší, nejvýše

ύψιστος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krańcowy, najdalszy, szczytowy, ostateczny, kraniec, najwyższa, najwyższy, najwyższe, najwyższej, najwyższą

ύψιστος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
legtöbb, legnagyobb, legmagasabb, legjobb, a legmagasabb, magas

ύψιστος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aşırı, en yüksek, yüksek, en, en üst, üst

ύψιστος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
граничний, крайній, величезний, найбільший, найбільшу, найбільше, максимальний, найбільша

ύψιστος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
më i lartë, lartë, më të lartë, më e lartë, larta

ύψιστος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
най-високата

ύψιστος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
найбольшы, найбольшую, найбольшая, найвялікі, максімальны

ύψιστος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülim, kõrgeim, kõrgeima, suurim, suurima, kõrgeimal

ύψιστος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
najveći, najviši, krajnji, najviša, najviše, najveća

ύψιστος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hæsta, hæstu, hæst, mest, mesta

ύψιστος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aukščiausia, didžiausias, didžiausia, aukščiausios, aukščiausias

ύψιστος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
augstākais, augstākā, augstāko, visaugstākais, visaugstākā

ύψιστος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
највисоката, највисок, највисоките, најголем, највисока

ύψιστος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cea mai mare, cel mai mare, mai mare, mai înalt, cel mai înalt

ύψιστος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
najvišji, najvišja, najvišjo, Največji, največja

ύψιστος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
najvyššej, najvyššie, najvyššia, najvyššiu, najvyšší
Τυχαίες λέξεις