Полновесный στα ελληνικά
Μετάφραση: полновесный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παχουλός, ήχος, τεράστιος, ογκώδης, φωνή, τροφαντός, γερός, pukka
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аллергия στα ελληνικά - αλλεργία, αλλεργίας, αλλεργίες, αλλεργιών, την αλλεργία
- блуждание στα ελληνικά - λάθος, βόλτα, περίπατος, περπατώ, τα πόδια, περπατήσετε
- газель στα ελληνικά - γαζέλα, είδος αντιλόπης, γκαζέλλα, γκαζέλα, Gazelle
- добродушно στα ελληνικά - genially
Τυχαίες λέξεις
Полновесный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παχουλός, ήχος, τεράστιος, ογκώδης, φωνή, τροφαντός, γερός, pukka
Μεταφράσεις: παχουλός, ήχος, τεράστιος, ογκώδης, φωνή, τροφαντός, γερός, pukka