Потупиться στα ελληνικά
Μετάφραση: потупиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρίξιμο, επιτελείο, βολή, ο οποίος έπεσε, που αποσύρθηκαν, οποίος έπεσε, οποίο έριξε, ο οποίος έχασε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- борзый στα ελληνικά - ταχεία, γρήγορη, άμεση, ταχείας, την ταχεία
- буква στα ελληνικά - χαρακτήρας, γράμμα, επιστολή, έγγραφο, επιστολής
- водворять στα ελληνικά - κανονίζω, εγκαθιστώ, εγκαθιδρύω, εγκαθίσταμαι, τοποθετώ, εισάγω, εισάγει τον, ...
- дивизион στα ελληνικά - συστοιχία, μπαταρία, τάγμα, διαίρεση, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Потупиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρίξιμο, επιτελείο, βολή, ο οποίος έπεσε, που αποσύρθηκαν, οποίος έπεσε, οποίο έριξε, ο οποίος έχασε
Μεταφράσεις: ρίξιμο, επιτελείο, βολή, ο οποίος έπεσε, που αποσύρθηκαν, οποίος έπεσε, οποίο έριξε, ο οποίος έχασε